Εν Λευκώ/2004
Σιχαίνομαι... ( 04/2004 )



Φωτογραφικό Υλικό

Τεύχος 403

ΑΝ περιμένατε σχόλια για το κόμμα που κέρδισε τις εκλογές..., χάσατε! Ό,τι είχα να πω το έγραψα στο «Εν Λευκώ» του τεύχους Μαρτίου και, όπως πολλές φορές στο παρελθόν, θα περιμένω να δω τι θα κάνει ο νέος πρωθυπουργός τις πρώτες εκατό μέρες. Αν κάνει έστω και το 50% των όσων «ζήτησα» στο προηγούμενο «Εν Λευκώ», θα στηρίξω, πρώτα ως πολίτης και μετά ως δημοσιογράφος, την προσπάθειά του. Αν αρχίσει να τοποθετεί τα δικά του παιδιά σε θέσεις-κλειδιά, αν δεν πει (ξεκάθαρα) τι ακριβώς θα κάνει με θέματα όπως η Παιδεία (με κεφαλαίο Π), η Έρευνα, η προσέλκυση επενδύσεων (από ξένους και Έλληνες επιχειρηματίες), το Kυπριακό, ο εναέριος και θαλάσσιος χώρος στο Αιγαίο και χίλια δύο άλλα σοβαρά θέματα που απασχολούν τον τόπο, θα μείνω μακριά όπως έχω κάνει τα περισσότερα χρόνια της δημοσιογραφικής μου ζωής. Θα (ξανα)πω τα πράγματα με τ’ όνομά τους και θα υπενθυμίσω ότι δεν είναι δυνατόν άνθρωποι που πριν από δεκαπέντε χρόνια ζούσαν σε νοικιασμένα τριάρια στον Άγιο Δημήτριο και τον Κορυδαλλό, και το μόνο που έκαναν ήταν να «δραστηριοποιούνται» στις «τοπικές» και να κολλάνε αφίσες να έχουν φτιάξει βίλες των 2.000m² στα «καλά» προάστια των ελληνικών πόλεων. Είναι, όμως, και κάτι άλλο, το «τραύμα» που ανέφερα στο προηγούμενο τεύχος. Ο πατέρας μου, για παράδειγμα (για να μην αναφερθώ στους δασκάλους μου), υπηρέτησε για πενήντα πέντε χρόνια με πάθος και ευθύνη το λειτούργημα του δικηγόρου. Από το γραφείο (που διατηρούσε με το Νίκο Μαλαγαρδή σε ένα πανέμορφο νεοκλασικό στην οδό Λεωχάρους 4) πέρασαν υποθέσεις με τεράστια οικονομικά συμφέροντα, αλλά εκείνος έφυγε φτωχός, γιατί δεν ήταν κλέφτης. Αυτό και άλλα με τα οποία σας βομβαρδίζω τα τελευταία 34 χρόνια με κάνουν να σιχαίνομαι τους λωποδύτες, το στιλ, τη ζωή που κάνουν, τα αυτοκίνητα που οδηγούν και τα σπίτια που μένουν. Σιχαίνομαι τους δήθεν, τους τεμπέληδες, κι εκείνους που δε λένε αλήθεια. Μου τη δίνουν οι «κότες», οι αναγεννημένοι χριστιανοί, οι συγκαμένοι και οι πολιτικά ορθοί μαλάκες...

Δεν αντέχω τους πολιτικούς που μιλάνε με το λαρύγγι αντί με την ψυχή τους (Κώστας Ράμφος), που απαντάνε με ανοησίες σε συγκεκριμένες ερωτήσεις, τους αρμανιασμένους συνδικαλιστές, τους τύπους που φοράνε πουκάμισα με «ανοιχτούς» γιακάδες, παπούτσια και ρολόγια duo tone, και σακάκια χρώματος «σκατί». Μου τη δίνουν εκείνοι που με το ένα χέρι μιλάνε στο κινητό και με το άλλο «οδηγούν», οι κολλητοί της εξουσίας που ξεπλένουν το (μαύρο) χρήμα του κόμματος από τις μίζες των δημόσιων έργων και των εξοπλιστικών προγραμμάτων. Με ανακατεύουν οι χαρτογιακάδες που ήθελαν να γίνουν πιλότοι (και έγιναν υπάλληλοι στην ΥΠΑ), τα βλαχαδερά και τα ερμαφρόδιτα ταχύρυθμης κοινωνικής ανόδου. Δεν αντέχω την γκλαμουριά των glossy περιοδικών, τις εκπομπές για το lifestyle των επωνύμων (γιατί είναι επώνυμοι;) και, γενικώς, δεν αντέχω όλο αυτό το καρκατσουλιό που βγάζει «λεφτά» πουλώντας προϊόντα που κατασκευάζονται σε όλες τις χώρες του πλανήτη εκτός από την Ελλάδα.

Δεν πάω τα ανθρωποειδή που φτύνουν, αδειάζουν τα τασάκια των «γιωταχί» τους στο δρόμο, σταματούν χωρίς προειδοποίηση, παραβιάζουν την προτεραιότητα, «χώνονται» μπροστά στα φανάρια, κάνουν «αγώνες» στους δρόμους, μασάνε με ανοιχτό στόμα, αφήνουν τα κουτσούβελά τους να τρέχουν και να φωνασκούν στα εστιατόρια και στις ταβέρνες.

Δεν αντέχω τους εφησυχασμένους αστούς που «δεν τους νοιάζει» αν στους δρόμους, στις ταράτσες, στους στύλους, το κράτος του Μεγάλου Αδελφού τοποθετεί χιλιάδες καταγραφικές κάμερες για την «ασφάλειά μας». Ούτε τα νεαρά τσογλάνια που βασανίζουν, καταπιέζουν, εκβιάζουν γονείς που προσπαθούν να τα «βγάλουν πέρα». Το ίδιο αισθάνομαι για όσους δε σταματούν όταν βλέπουν ένα δύστυχο ζώο να διασχίζει το δρόμο, αλλά και για εκείνους που στέλνουν τις σιδηρόφρακτες μεραρχίες τους για να βομβαρδίσουν αμάχους, να δολοφονήσουν παιδιά, να σηκώσουν τείχη, να καταλάβουν χώρες, να καταστρέψουν και να ξεφτιλίσουν λαούς, να επιβάλουν τις δικές τους μοναδικές αλήθειες με τη βία.

Με τρομάζουν όλοι και όλα που «πυροβολούν» την παιδεία, τον πολιτισμό, την αισθητική, τη γλώσσα, την ιστορία του (όποιου) τόπου, το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής. Σέβομαι τους επιχειρηματίες που, σιγανά και ταπεινά και με σεβασμό στους εργαζομένους και στους νόμους, χτίζουν επιχειρήσεις και αυτοκρατορίες. Στέκομαι προσοχή μπροστά σε κάθε είδους επαγγελματία, από τον απλό μηχανικό συνεργείου μέχρι τον ερευνητή επιστήμονα και από τον ηθοποιό του θεάτρου ή του κινηματογράφου που «καίγεται» όταν παίζει τους ρόλους του μέχρι το συνθέτη που συνδυάζει το παλιό με το καινούργιο. Εκτιμώ τους άνδρες και τις γυναίκες που διαθέτουν την αισθητική η οποία τους επιτρέπει να περνούν απαρατήρητοι όταν διασχίζουν το δρόμο, τους ανθρώπους που μιλάνε μόνο όταν έχουν κάτι να πουν.

Έπειτα από σχεδόν σαράντα χρόνια δημοσιογραφικής και εκδοτικής «ζωής», κάποιοι ίσως ρωτήσουν τι κάνω για τα παραπάνω. Η ερώτηση απαντάται από την εμπιστοσύνη των 400.000 Ελλήνων και Ελληνίδων που διαβάζουν κάθε μήνα το περιοδικό και από τις μοναδικές πρωτοβουλίες μας (ΦΑΕΘΩΝ 2004, «Ολυμπία-Πεκίνο», Safetrack και δεκάδες άλλες που οι πολιτικοί και οι «αρμόδιοι» κτλ.).

Τα χρόνια πέρασαν και, αντί να ενταχθώ στο σύστημα, απομακρύνομαι περισσότερο, σε βαθμό μάλιστα που (το σύστημα) προσποιείται ότι δεν υπάρχω! Γι’ αυτά, όμως, και άλλα που έχουν σχέση με το αποτέλεσμα των εκλογών, στο επόμενο τεύχος.

 

Η σημασία του να «κόβεται πίσω»

Ξέρετε τι τραβάνε οι φίλοι μας που έκαναν το... λάθος να γίνουν γιατροί; Μόλις βρεθούμε κοντά τους, αρχίζουμε τις ερωτήσεις. «Έχω έναν πόνο στην πλάτη. Tι είναι;» «Με “σφίγγει” το στήθος. Έχω καρκίνο;» «Έχω μαύρο σημάδι. Είναι μελάνωμα;» Χρειάζεται μεγάλη υπομονή και ακόμα περισσότερο χιούμορ για να αντιμετωπίσουν τις «επιθέσεις», και οι περισσότεροι εύχονται να είχαν γίνει... υδραυλικοί, αλλά κι εκεί δεν υπάρχει σωτηρία. Μια κυρία (με σύζυγο υδραυλικό) με ρωτάει: «Έχουν σπάσει οι σωλήνες στο σπίτι. Μήπως ξέρετε κανέναν καλό υδραυλικό;»Το ίδιο ισχύει και με το γράφοντα. Δεν τολμάει να βρεθεί σε κοινωνική μάζωξη και οι ερωτήσεις πέφτουν βροχή. «Ποιο είναι καλύτερο; Το Micra ή το... Avensis;» «Να πάρω Land Cruiser 100 με 25.000 χλμ. και 25.000 ευρώ ή Mercedes 200». «Τι να πάρω με 5.000 ευρώ; Τι με 15;»

«Αφού κάνεις εκδρομές, πάρε το Toyota». «Δεν αρέσει στη γυναίκα μου γιατί... κόβεται πίσω». Στα σχεδόν σαράντα χρόνια που «γράφω γι’ αυτοκίνητα» έχω ακούσει τα πιο απίθανα πράγματα που δείχνουν το διαζύγιο του «Έλληνα» από την τεχνολογία κάθε μορφής και, βέβαια, το αυτοκίνητο, κι αυτό παρά τα εκατομμύρια που πλημμυρίζουν τους δρόμους. Εκεί όμως που ο γιατρός, ο πιλότος, ο τεχνικός δημοσιογράφος, ο επαγγελματίας, πρέπει να συγκεντρώσει όλη του τη δύναμη θέλησης για να μην... εγκληματήσει είναι όταν μια κυρία ή ένας πατέρας «νέας κοπής» ρωτάει: «Πόσο βαθύ είναι το “κενό αέρος”;» «Ποιο είναι καλύτερο; Το Fabia ή το Cherokee». «Jaguar ή... Cayenne;» «Θα πάρω Fiat... Jazz». «Δεν υπάρχει». «Πώς δεν υπάρχει; Το έχει η... Δήμητρα». Kαταλυτική απάντηση. Αφού «το έχει η Δήμητρα», ποιος είμαι εγώ που θα φέρω αντίρρηση;

Αν ο επαγγελματίας δεν απαντήσει ακόμα και στις πιο απίθανες ερωτήσεις, αν δεν ξέρει (απ’ έξω) τις τιμές των 5.000 (;) μοντέλων της αγοράς, γίνεται κακός, «σνομπάρει» φίλους, γνωστούς και -κάποιους- αναγνώστες. Στο περιοδικό, το τηλέφωνο χτυπάει πάνω από 1.500 φορές την ημέρα. Στις 1.000, το ερώτημα είναι: «Ποιο είναι καλύτερο; Το Α ή το Β;» Ρωτάμε: «Διαβάσατε τη δοκιμή;» Οι απαντήσεις κυμαίνονται από τα «Έλειπα στο εξωτερικό», «Δε διαβάζω το... περιοδικό», «Δεν έχετε κάνει τεστ», «Δεν έτυχε τον τελευταίο μήνα» και άλλα που δείχνουν ότι η ενημέρωση για ένα τόσο σοβαρό θέμα δεν αξίζει για πολλούς ούτε 5 ευρώ. Για να μην είμαι απόλυτος, οι αναγνώστες αυτής της κατηγορίας είναι λίγοι, αλλά η ζωή δείχνει ότι αυξάνονται. Ο λόγος πρέπει να αναζητηθεί στην αλλαγή των συνηθειών του κοινού και, βέβαια, του αποκαλούμενου lifestyle. Ένα μεγάλο τμήμα αγοράζει αυτοκίνητο από τις τηλεοπτικές διαφημίσεις, τις δόσεις και τους «μηδέν» τόκους, επειδή το αυτοκίνητο έχει μεταβληθεί σε έπιπλο της οικογένειας ή επειδή θέλει να προβάλει το κοινωνικό-οικονομικό του προφίλ. Η συντριπτική πλειονότητα της πρώτης κατηγορίας δεν ξέρει ούτε πού βρίσκεται η μηχανή, επειδή «δεν τρέχει» ή «δεν είναι ραλίστας/ραλίστρια». Η πλειονότητα της δεύτερης επιλέγει αυτοκίνητο ανάλογα με τη μάρκα και το ποιος επώνυμος οδηγεί το ίδιο μοντέλο. Μια τρίτη κατηγορία, που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια λόγω της ευμάρειας που πνίγει τη χώρα, είναι εκείνη που χρησιμοποιεί πυραύλους... ασφάλτου-ασφάλτου. Οι άνθρωποι που ξέρουν τι θέλουν και επιλέγουν ανάλογα με τις ανάγκες και το βαθμό ενεργητικής και παθητικής ασφάλειας που συνειδητά θέλουν να προσφέρουν στην οικογένεια και στον εαυτό τους δεν είναι (σε αυτήν τη χώρα) περισσότεροι από 500.000. Το άσχημο είναι ότι δεν πωλούνται τόσα περιοδικά, γιατί ένας αγοράζει περιοδικό και το διαβάζουν... δέκα! Πριν από χρόνια, το ενδιαφέρον των καταναλωτών ήταν περισσότερο «αληθινό». Οι τιμές ήταν ανήθικα υψηλές, επειδή οι φορομπηχτικές πολιτικές των κυβερνήσεων της Τζουτζίας βάσιζαν τη λειτουργία του «κράτους» στη φορολογία του «γιωταχί». Ο πολίτης που έπρεπε να πληρώσει τρεις περιουσίες για να αποκτήσει ένα τετράτροχο σκουπίδι μελετούσε τον ειδικό Τύπο, για να περιορίσει τα περιθώρια λάθους. Μετά την πτώση του «τείχους» (της φορολογίας, λόγω Βρυξελών), αυτοκίνητο μπορεί ν’ αγοράσουν οι πάντες. Πολλοί, όμως, δεν ενδιαφέρονται αν το συγκεκριμένο μοντέλο καταναλώνει 18 λίτρα ανά 100 χλμ. ή αν τουμπάρει λόγω υψηλού κέντρου βάρους και αρχαίων αναρτήσεων. Οι δημοσιογράφοι που λένε «μελετήστε πριν αγοράσετε» δεν είναι in και δεν κατανοούν τις «τάσεις» του κοινού.

Ως παλαιός, έχω το δικαίωμα (και αν δεν το... παίρνω!) να πω ότι καμία «τάση» δε δικαιολογεί τη σπατάλη, την κοινωνική χυδαιότητα. Σ’ έναν πλανήτη που ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από αρρώστιες, πείνα, βομβαρδισμούς, εισβολές σιδηρόφρακτων λεγεώνων, σε έναν κόσμο που το νερό είναι ακριβότερο απ’ το πετρέλαιο, που το περιβάλλον βιάζεται από εκατομμύρια νεάτερνταλ που πετάνε τα απόβλητά τους όπου τους καπνίσει, αλλά κύρια σε μια χώρα που δεν παράγει ούτε υαλοκαθαριστήρες, η σπατάλη και η κοινωνική χυδαιότητα πρέπει να αντιμετωπίζονται ανάλογα.

 

Λεφτά έχουμε, όπως έλεγε η διαφήμιση, και ο κόσμος, παρά την «ανεργία» και τα «μεγάλα προβλήματα του ελληνικού λαού», αγοράζει σαν να μην υπάρχει αύριο. Μπορείτε να φανταστείτε πόσο δύσκολη γίνεται η δουλειά του γιατρού, του αεροπόρου, του δημοσιογράφου, του χειρουργού που από τη μια θέλει να απαντήσει στις ερωτήσεις των φίλων, γνωστών ή αναγνωστών και από την άλλη δεν μπορεί να παίξει το ρόλο του... προφήτη. Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό. Παρουσιάζεται σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, αλλού περισσότερο, αλλού λιγότερο. Κανένας Ιταλός, Γερμανός, Άγγλος, Γάλλος, Ισπανός, Πορτογάλος, Σουηδός ή Νορβηγός δε θα ρωτούσε τους συντάκτες ενός αυτοκινητιστικού περιοδικού αν θα έπρεπε να επιλέξει ανάμεσα σ’ ένα Panda και ένα... Audi A3 1.8 Quattro. Kι αυτό, για τον απλό λόγο ότι στις χώρες αυτές τα αυτοκινητιστικά περιοδικά πουλάνε εκατοντάδες χιλιάδες φύλλα, ακριβώς επειδή οι πολίτες νοιάζονται και αγοράζουν ανάλογα με τις ανάγκες, την ενεργητική και παθητική ασφάλεια, την οικονομία και τη σχέση τιμής/απόδοσης, και όχι επειδή θέλουν να «μπουν στο μάτι του γείτονα» ή να δείξουν την κοινωνική και οικονομική τους ανέλιξη. Αστειευόμενος γράφω ότι, όπου σταθώ, βλέπω δίπλα μου Porsche Cayenne S! Δεν υπάρχει επιτυχημένος ιμπρεσάριος, γιατρός, εισαγωγέας μανιταριών, ελβετικού τυρού, αντιπρόσωπος οπλικών συστημάτων, ποδοσφαιριστής, καλαθοσφαιριστής, μοντέλο ή μοντέλα, face controller ή τηλεοπτικός μάγειρος που να μην οδηγεί Cayenne, και μάλιστα S! Μην παρεξηγηθώ. Μια χαρά αυτοκίνητο είναι και μπράβο στον Wenderlin Wiedeking που έβγαλε την Porsche από τα (οικονομικά) τάρταρα όπου την είχαν στείλει όσοι είχαν τις φαεινές ιδέες με τις 928.

Αυτό που με κάνει να φέρνω στο νου το «είπανε της γριάς να... κι αυτή το...» είναι το γεγονός ότι η Ελλάδα γέμισε τεράστια, ενεργοβόρα, ανασφαλή (λόγω βάρους και, στις περισσότερες περιπτώσεις, κακών αναρτήσεων) αυτοκίνητα τα οποία οδηγούν άνθρωποι που στην πλειονότητά τους δεν υπολογίζουν κανέναν και τίποτα. Η δουλειά μου μου επιβάλλει να οδηγώ ΟΛΑ τα αυτοκίνητα που παίρνουμε στους 4Τ. Κάθε μέρα κι ένα διαφορετικό μοντέλο. Αυτό μου επιτρέπει να παρατηρώ τις συμπεριφορές των οδηγών. Με το Panda, με αντιμετώπιζαν σαν κατώτερη μορφή ζωής. Με την BMW 645CSi, ήρθαν τα πάνω, κάτω. Ο δρόμος άνοιξε σαν τη θάλασσα στη γνωστή παραβολή της Παλαιάς Διαθήκης και μόνο ένα «φτιαγμένο» Civic ξεπέρασε τα 240 χ.α.ώ. για να «μου δείξει». Θα μπορούσα να τον έχω «πατήσει», αλλά εκείνος πήγαινε για κόντρα κι εγώ για να πετάξω αεροπλάνο, γι’ αυτό αποφάσισα ότι τον έχω χεσμένο, όπως όλα τα συμπλεγματικά άτομα που τρομοκρατούν τον κόσμο με τα συναρμολογούμενά τους. Δε θα σταματήσω να λέω ότι οι δημόσιοι δρόμοι δεν είναι πίστες και πως, αν κάποιος θέλει να βγάλει το άχτι του, τα απωθημένα του, να δείξει τι «οδηγάρα» είναι, δεν έχει παρά να πάρει αγωνιστική άδεια, να φορέσει φόρμα, μπαλακλάβα, κράνος και γάντια, και να λάβει μέρος σε αγώνες. Τα υπόλοιπα, εκτός από πολιτική αφασία και άγνοια της σωστής οδήγησης, χαρακτηρίζονται από αισθητική φανοποιού της δεκαετίας του ’60, κάτι που είναι... χειρότερο απ’ όλα τα προηγούμενα.

Όταν πριν από τριάντα χρόνια το περιοδικό αφιέρωνε πολλές σελίδες στις  μετατροπές, το έκανε, γιατί τα αυτοκίνητα εκείνης της εποχής λίγο διέφεραν από... βάρκες με ρόδες, και η αλλαγή αμορτισέρ, ελαστικών, ελατηρίων, γωνιών camber και caster, ακόμα και η τοποθέτηση, όπου ήταν δυνατό, διαφορικών ελεγχόμενης ολίσθησης (μπλοκέ) τα έκανε ασφαλέστερα. Τα τελευταία χρόνια, όμως, και για δύο λόγους, τον ανταγωνισμό ανάμεσα στις αυτοκινητοβιομηχανίες και τις παρατηρήσεις και κριτική του καλού ευρωπαϊκού ειδικού Τύπου, πέτυχαν υψηλό βαθμό οδικής συμπεριφοράς, ασφάλειας και απόδοσης, κι έτσι, οι μετατροπές περιορίζονται πλέον σε ελάχιστες περιπτώσεις, για την περαιτέρω βελτίωση της ενεργητικής ασφάλειας.

Και τώρα το δίλημμα... Από τη μια μιλάμε για ενεργειακή σπατάλη και απ’ την άλλη οδηγούμε τις 645Ci και 350Z! Πώς «κολλάει» από τη μια να ενδιαφερόμαστε για την κατάσταση στον πλανήτη και απ’ την άλλη να αφαιρούμε την μπουκιά απ’ το στόμα εκείνων που έχουν ανάγκη, περιφέροντας τη ματαιοδοξία μας με Mercedes, Porsche, Ferrari, Grand Cherokee, Range Rover Rover και Impreza; Η απάντηση είναι απλή (ίσως την είδατε την Κυριακή 29 Φεβρουαρίου στη ΝΕΤ). Mια μέρα, πριν από 120 χρόνια, κάποιοι άνθρωποι που δεν ήθελαν να δεχτούν ότι οι μεταφορές θα γίνονται πάντα με άλογα, εφηύραν τον κινητήρα εσωτερικής καύσης και το αυτοκίνητο. Ολόκληρος ο Δυτικός κόσμος (και ένα μεγάλο τμήμα του Aνατολικού) χρησιμοποίησε το νέο μέσο για να μεταφέρει αγαθά, ανθρώπους, μηχανήματα, φάρμακα και ό,τι μπορούσε να φανταστεί ο νους του ανθρώπου. Οι χώρες που παρήγαν (ή άρπαζαν) πλούτο έκαναν ένα βήμα πιο πέρα: δημιούργησαν αυτοκίνητα για αγώνες! Και ήταν αυτές οι χώρες και αυτοί οι άνθρωποι που άναψαν τη φωτιά στη δική μου γενιά, που με έκαναν να αγαπώ και να θαυμάζω δημιουργούς σαν το Φεράρι και τους αδελφούς Λάντσα και Μαζεράτι, τον Κόλιν Τσάπμαν, το Ρικάρντο και δεκάδες άλλους που η γενιά της κόντρας δεν ξέρει, δεν έχει ακούσει, δε θαυμάζει, δεν αντιγράφει. Λίγα μόνο λεπτά μπροστά στην οθόνη, στην εκπομπή που ανέφερα, θα ήταν αρκετά για να κάνουν τους δήθεν να κόψουν τις φλέβες τους. Oύτε αυτό, όμως, είναι σε θέση να κάνουν, γιατί δεν είναι ικανοί να καταλάβουν πώς σχεδιάστηκαν, κατασκευάστηκαν και έτρεξαν αυτά τα αυτοκίνητα σε αγώνες όπως τα Mille Μiglia, η Carrera Panamericana, τα grand prix στις πόλεις, οι αγώνες στη Nήσο του Mαν και δεκάδες άλλα γεγονότα που θα έκαναν ακόμα και ένα βράχο να δακρύσει.

Περασμένα ξεχασμένα; Έτσι ε; Ξεχασμένα για εκείνους που δεν έχουν παρελθόν, παρόν και μέλλον. Για άλλους, που θέλουν ν’ αφήσουν κάτι πίσω (εκτός από «λαστιχιές» στην άσφαλτο), οι μηχανικοί, οι οδηγοί, οι τιμ μάνατζερ, όλοι όσοι έκαναν τους αγώνες στις πιο ωραίες εποχές της Αυτοκίνησης, είναι πρότυπα, παραδείγματα προς μίμηση. Όταν ο χρόνος το επιτρέψει, θα κάνω μια αναδρομή σε αυτή την εποχή, για να δουν οι νεότεροι από πού ξεκίνησαν (και δυστυχώς, τελείωσαν) όλα. Αν κάποιοι με κατηγορήσουν για νοσταλγία, σκασίλα μου μεγάλη. Καλύτερα να νοσταλγείς το Fangio και το Moss, το Nuvolari και τον Prost, και τις Scaglietti 250GTO παρά τα σκουπίδια της αυτοκίνησης.

Αλλά, δεν ήταν/είναι μόνο οι αγώνες. Μια «βόλτα» στις αίθουσες της Έκθεσης της Γενεύης είναι πάντα αρκετή για να σε «στείλει αδιάβαστο»! Όχι γιατί στα εκθέματα δεν υπήρχε ούτε μία ελληνική... βίδα, αλλά γιατί η δουλειά που κάνουν οι μικροί κατασκευαστές και σχεδιαστές είναι τόσο καλή, που δακρύζεις από... απογοήτευση. Εκεί που διαπιστώνεις ότι όλα τα τρένα έχουν περάσει για την ισχυρή Ελλάδα είναι όταν διαβάζεις (στη Wall και στους FT) ότι η Hyundai επέλεξε τη Σλοβακία για να κάνει το ευρωπαϊκό της εργοστάσιο (επένδυση ύψους 1,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων), όπως πριν από είκοσι τέσσερα χρόνια η Nissan επέλεξε την Αγγλία, γιατί οι «επαναστάτες» της εποχής ζήτησαν από τον πρόεδρο της εταιρείας (που είχε έρθει στη Ελλάδα για να δει αν του «κάνει» το εργοστάσιο του Βόλου) να έχει το κράτος το 51% της επένδυσης! Όπως ήταν φυσικό, το ’βαλε στα πόδια, πήγε στην Αγγλία και έκανε (στο Σάντερλαντ) την ευρωπαϊκή βάση αυτής της μεγάλης εταιρείας. Το ίδιο έγινε με το εργοστάσιο της Pirelli στην Πάτρα και με χιλιάδες άλλους ξένους που, μόλις ακούν Ελλάδα, κλείνουν τ’ αυτιά και τα χρηματοκιβώτιά τους.

Αν αυτό δεν αρκεί στους σωτήρες που προεκλογικά το μόνο που είχαν να τάξουν ήταν μεγαλύτερες συντάξεις (αντί για επενδύσεις), θα πω ότι πέρυσι η Peugeot Citroen επένδυσε στη Σλοβενία 700 εκατομμύρια δολάρια για εργοστάσιο συναρμολόγησης, ενώ η Volkswagen εξακολουθεί να παραμένει ο μεγαλύτερος κατασκευαστής, παράγοντας Golf και Touareg. Aν τελείωσα; Όχι, γιατί το 2002 η Toyota και η Peugeot επέλεξαν την Τσεχία για επενδύσεις (σε εργοστάσια) ύψους 1,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων!

Το «μήνυμα» της Γενεύης, πάντως, ήταν ότι πέρασαν οι δύσκολες ημέρες για την αυτοκινητοβιομηχανία, καθώς νέες μεγάλες αγορές, με πρώτη εκείνη της Κίνας, μπαίνουν στο παιχνίδι. Το είπα σε συνάδελφο και απάντησε πως, αν όλοι οι Κινέζοι θελήσουν να αποκτήσουν αυτοκίνητο, στη Γη δε θα υπάρξει τόσο σίδερο, ατσάλι, αλουμίνιο ή όποιο άλλο μέταλλο για να καλύψει τις ανάγκες!

Πού πάει το πράγμα; Εκεί που αυτές οι σελίδες είχαν προβλέψει είκοσι χρόνια πριν. Σε κοινωνίες (πρώτα στον αναπτυγμένο κόσμο και μετά στον υπόλοιπο) χωρίς επιβατικά αυτοκίνητα όπως τα ξέρουμε σήμερα. Η σωτηρία του περιβάλλοντος απαιτεί άλλες λύσεις και τα ΜΜΜ είναι μία απ’ αυτές. Οι άλλες είναι το υδρογόνο, ο συνδυασμός υδρογόνου και ηλιακής ενέργειας (θα δείτε το πρώτο πειραματικό αυτοκίνητο στον κόσμο στην Αθήνα το Μάιο για το ΦAEΘΩN 2004), ο ηλεκτρισμός, ακόμα και ο... πεπιεσμένος αέρας! Αν μπορέσω να βρω το χρόνο, στο επόμενο τεύχος ίσως να έχω ένα μικρό άρθρο με τα παραλειπόμενα της έκθεσης.

 

 

Η (ξεχασμένη;) δημοσιογραφική δεοντολογία

 

Τον περασμένο Aύγουστο στον Αντίλογο, την ένθετη εφημερίδα που φιλοξενείται στην καρδιά των 4ΤΡΟΧΩΝ, δημοσιεύτηκε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αποκάλυψη. Σύμφωνα με αυτήν, για χάρη της κ. Φώφης Γεννηματά, πέρασε στη Βουλή φωτογραφική τροπολογία με την οποία η υπερνομάρχης εξασφαλίζει -χαριστικά και πέρα από κάθε λογική- διπλό μισθό, τόσο από τη νομαρχία όσο και από την Εθνική Τράπεζα από την οποία προέρχεται, συν όλα τα ασφαλιστικά δικαιώματα της τράπεζας που θα είχε αν δούλευε κανονικά σε αυτήν...

Η κ. Γεννηματά δεν αντέδρασε... Το θέμα αναπαράχθηκε από την εφημερίδα Παρόν, χωρίς αναφορά στην αρχική πηγή, αλλά και πάλι η κ. Φώφη δεν αντέδρασε...

Από τότε πέρασαν μήνες σιωπής, μέχρι που το θέμα επανήλθε στα ΜΜΕ καταμεσής της προεκλογικής περιόδου και άρχισε νέος κύκλος δημοσιεύσεων... Η τροπολογία έγινε πρώτο θέμα και στο περιοδικό Αντί. Πάλι χωρίς αναφορά στην πηγή, προφανώς επειδή το θέμα δεν είναι η δημοσιογραφική, αλλά η πολιτική δεοντολογία... Ακολούθησε το ραδιόφωνο του Σκάι, που για μια εβδομάδα «έπαιξε» το θέμα στην πρωινή ζώνη. Ακολούθησε η Αυγή, που σχολίασε την υπόθεση. Φυσικά, κανένας δεν αναφέρθηκε στον Αντίλογο που ήταν η αρχική πηγή του ρεπορτάζ...

Τι έκανε η κ. Γεννηματά; Μήπως προσπάθησε να διαψεύσει ή, έστω, να δικαιολογηθεί; Απλούστατα, δεν αντέδρασε. Με τον ίδιο τρόπο, άλλωστε, οι πολιτικοί αρχηγοί στο ντιμπέιτ (όλοι ανεξαιρέτως) απαντούσαν σε άλλα αντί άλλων, ακολουθώντας τη συμβουλή των επικοινωνιολόγων ότι είναι καλύτερο να αγνοείς την ερώτηση παρά να απαντάς σ’ αυτήν και πως «αν η πραγματικότητα δε συμφωνεί με την άποψή μας τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα»._ Κ. Κ. (pilot@technicalpress.gr)

      'Αλλα 'Αρθρα

 
     
  Σχεδίαση, Φιλοξενία: Τεχνόπολις Α.Ε. - © 2006-2008 Powered by