Εν Λευκώ/2004
Τα εν οίκω... ( 06/2004 )



Φωτογραφικό Υλικό

Τεύχος 405

ΛΙΓΟ το είχα να μη γράψω τίποτα στο «Εν Λευκώ» και στον «Αντίλογο», απαλλάσσοντας τους αναγνώστες από την υποχρέωση να διαβάσουν τις κοινοτοπίες μου. Σκέφτηκα όμως ότι, επειδή ομολογώ την αμαρτία, πρέπει να συνεχίσω, αφού ελάχιστοι (αν όχι κανένας) είναι οι γραφιάδες που ομολογούν. Όλοι (ή σχεδόν) πιστεύουμε ότι, επειδή έχουμε μια στήλη σε εφημερίδα ή περιοδικό, μπορούμε να λέμε στον κόσμο τι να κάνει. Να, όμως, που το κοινό μάς τιμωρεί, και χρόνο με το χρόνο, οι κυκλοφορίες των εντύπων πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο. Σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να επιβιώσουν (ή να αναγκάσουν τους ανταγωνιστές να συρρικνωθούν ή και να αναστείλουν την έκδοσή τους), αναγκάζονται να προσφέρουν «δώρα». Από CD και DVD μέχρι τσάντες, κατσαρόλες και χαλιά. Αν ένα έντυπο βγει χωρίς «προωθητικό», μαύρο (κυκλοφοριακό) φίδι που το έφαγε. Στο ερώτημα γιατί τα έντυπα πρέπει να προσφέρουν δώρα υπάρχει μία και μόνο απάντηση: διότι οι νεότεροι δε διαβάζουν! Ελάχιστοι (συγκριτικά) νέοι διαβάζουν εφημερίδες και ακόμα λιγότεροι περιοδικά. Και δε διαβάζουν, επειδή ένα μεγάλο ποσοστό αυτών δεν καταλαβαίνει τη... γλώσσα! Όσο απίστευτο κι αν ακούγεται, αυτή είναι η αλήθεια. Η γλώσσα και, κατ’ επέκταση, τα κείμενα των εφημερίδων και των ειδικών/τεχνικών περιοδικών δε γίνονται κατανοητά λόγω της εκπαιδευτικής πολιτικής που ακολουθήθηκε από όλες τις κυβερνήσεις τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια, αρχής γενομένης από εκείνη του Ράλλη. Οι μεταρρυθμίσεις δεν έγιναν για να μάθουν (όπως λέγαμε παλιά) τα παιδιά «γράμματα», αλλά για να διευκολυνθούν οι τεμπέληδες και οι κοπανατζήδες και από τις δύο πλευρές (μαθητές και δάσκαλοι) να τη «βγάλουν καθαρή». Όπως είναι φυσικό, τα άτομα αυτά (που ανέρχονται σε εκατοντάδες χιλιάδες) δεν έχουν μάθει (στο σχολείο) τα βασικά. Δεν μπορούν να ξεχωρίσουν έναν εκκεντροφόρο από ένα διαφορικό (αν μιλήσουμε για το χώρο μας), δεν ξέρουν αν ο Καραϊσκάκης είναι γήπεδο ή αγωνιστής του ’21 και νομίζουν ότι η Κερκίνη είναι πόλη της Λιβύης. Πρόκειται για το κοινό που βλέπει «Φάρμα», εκστασιάζεται με το «Super Idol», μιλάει τη γλώσσα των περιοδικών «lifestyle» και περνάει τις ώρες του σχολιάζοντας τις επιδόσεις των ομάδων. Οι εφημερίδες και τα περιοδικά που προσφέρουν γνώση τα βρίσκουν «σκούρα», επειδή οι μορφωμένοι άνθρωποι όλο και λιγοστεύουν. Τα έντυπα που, όπως λέγαμε παλιά, προσφέρουν «εγκυκλοπαιδικές» γνώσεις σπάνε ρεκόρ... χαμηλής κυκλοφορίας αντί να είναι πρώτα στον κατάλογο των προτιμήσεων.

Όπως σε κάθε τριτοκοσμική χώρα, έτσι και στο χωράφι που συνιστά την πτωχή αλλά τίμια (;) Ελλάδα, πρώτος στόχος κάθε (κακομαθημένου) πιτσιρικά είναι η κοπάνα και κάθε επιτυχημένου μεταπράτη, η αγορά «μερσεντέ» ή Cayenne. Αν μιλήσεις σε νέο για το Senna (πέρασαν δέκα χρόνια απ’ το θάνατό του), θα σε κοιτάξει σαν να μιλάς για τον Κομφούκιο. Το ίδιο θα κάνει όταν, ένα περιοδικό σαν το «Formula 1 Grand Prix», π.χ., παρουσιάζει μετατροπές και τεχνολογικές λύσεις που εφαρμόστηκαν στα αυτοκίνητα που έλαβαν μέρος στο ιταλικό grand prix. Οι περισσότεροι δεν έχουν καν ακούσει τους τεχνικούς όρους, ενώ οι λίγοι που τους γνωρίζουν αισθάνονται σαν να ανήκουν σε κάποια αίρεση!

Αναφέρθηκα στα προωθητικά δώρα που προσφέρουν οι εφημερίδες και τα περιοδικά. Τα δώρα αυξάνουν τις κυκλοφορίες, με αποτέλεσμα να αυξάνονται και τα διαφημιστικά έσοδα! Διαβάστε τώρα για μια εκπληκτικής σύλληψης «μηχανή» που έχουν επινοήσει εκείνοι που ανεβάζουν ή κατεβάζουν κυβερνήσεις ή, κοινώς, διαπλέκονται. Με τη δύναμη που τους δίνει η κυκλοφορία της εφημερίδας ή η τηλεθέαση του καναλιού τους και υπό την απειλή πραγματικών ή φανταστικών αποκαλύψεων, ζητούν (και παίρνουν) χορηγίες για ένθετα, CD και DVD που προσφέρουν στους αναγνώστες. Για παράδειγμα, η Εθνική, η Αγροτική, το ΠPO-ΠO, το ΛΟΤΤΟ, το «Πάμε Στοίχημα» και άλλες εταιρείες και οργανισμοί του ευρύτερου δημόσιου τομέα πληρώνουν για τα προωθητικά (ας πούμε) της δικής μας εφημερίδας (δεν έχουμε, αλλά το γράφω για να μη θίξω υπολήψεις!). Πιο απλά, επειδή διαθέτω πολιτική ισχύ, παίρνω από το διευθυντή του οργανισμού τη χορηγία που με βοηθάει να αυξήσω ακόμα περισσότερο την κυκλοφορία ή την τηλεθέαση, άρα και τα διαφημιστικά έσοδα της επιχείρησης.

Μήπως μας διαφεύγει κάτι; Τα χρήματα που παίρνει το (διαπλεκόμενο) ΜΜΕ είναι εκείνα των φορολογούμενων πολιτών; Σε απλά ελληνικά, αυτό σημαίνει ότι ένας υπουργός ή και πρωθυπουργός μπορεί (αν το αποφασίσει ή τον συμφέρει) να φτιάξει μια «αυτοκρατορία» την οποία χρησιμοποιεί προς ίδιο όφελος! Είναι ή δεν είναι εκπληκτικό με τα δικά μας λεφτά μια εταιρεία ΜΜΕ να μετατρέπεται σε κολοσσό - και μη μου πείτε ότι δεν το βλέπετε να συμβαίνει.

Μια ματιά στα ένθετα και τα προωθητικά είναι αρκετή για να αντιληφθείτε ποιοι είναι οι ισχυροί και πώς το δημόσιο χρήμα χρησιμοποιείται για να γίνουν ισχυρότεροι. Σ’ αυτό το σημείο πρέπει να ομολογήσω ότι, ίσως για πρώτη φορά στην επαγγελματική μου ζωή, με πρόλαβαν οι αρμόδιοι. Τη στιγμή που έγραφα αυτές τις γραμμές, διάβασα, στο Daily Fax της 16ης Απριλίου, ότι ο υπουργός Ανάπτυξης Δημήτρης Σιούφας έστειλε εγκύκλιο σύμφωνα με την οποία «... η κατανομή των διαφημιστικών κονδυλίων των ΔΕΚΟ (ΔΕΗ, ΔΕΠΑ, ΕΛΠΕ, ΕΚΟ κτλ.) θα εξετάζεται εξονυχιστικά από τον ίδιο». Επειδή τίποτα δεν είναι τυχαίο, παρακαλώ τον πρωθυπουργό να στηρίξει την απόφασή του (και τον υπουργό), διότι είναι βέβαιο ότι θα ξεσπάσει πόλεμος από την πλευρά των δεινοσαύρων. Αν αναρωτιέστε προς τι το πάθος, θα πω ότι η χαριστική μεταχείριση ορισμένων έχει βλάψει σοβαρά τη δική μας εταιρεία, αλλά και πολλές από τις επιχειρήσεις του περιοδικού Τύπου που δεν έχουν «άκρες» με την εκάστοτε εξουσία. Ως πρόεδρος του ΣΕΠΤ (Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Περιοδικού Τύπου), θα κάνω ό,τι μπορώ για να τερματιστεί το καθεστώς του αθέμιτου ανταγωνισμού. Οι πρώτες ενδείξεις είναι ενθαρρυντικές και ελπίζω σύντομα να έχω να πω νεότερα.

Αυτό είναι, λοιπόν, το πλαίσιο μέσα στο οποίο καλείται να κινηθεί ένας άνθρωπος με τη δική μου ιστορία. Αν αφιερώσω τη μία ή δύο σελίδες του «Εν Λευκώ» για να περιγράψω τη λειτουργία του υβριδικού συστήματος κίνησης ενός Toyota Prius, είμαι βέβαιος ότι θα εισπράξω χασμουρητά. Αυτό, δυστυχώς, αποδεικνύεται από το σχεδόν μηδενικό ενδιαφέρον που έχουμε τα τελευταία χρόνια για τεχνικά θέματα. Ένα ερώτημα που με βασανίζει (και που φοβάμαι να θέσω, μήπως τυχόν οι φόβοι μου επιβεβαιωθούν) είναι πόσοι από τους νέους και παλιότερους αναγνώστες μας είναι σε θέση να κατανοήσουν, π.χ., πώς λειτουργεί η κυψέλη καυσίμου. Για τη συλλογική αφασία, υπεύθυνα δεν είναι μόνο τα παιδιά, αλλά οι κυβερνήσεις που πέρασαν απ’ τον τόπο, οι συγκεκριμένοι αρμόδιοι, οι δάσκαλοι που έβγαλαν (μεταφορικά) τα μάτια της νεολαίας και, βέβαια, οι γονείς. Στη συντριπτική πλειονότητά τους, οι τελευταίοι είναι παιδιά της εκπαιδευτικής αφασίας, άρα ανίκανοι να μεταφέρουν οποιαδήποτε γνώση στα παιδιά! Φαύλος κύκλος που μεγαλώνει μέρα με τη μέρα, καθώς διάφορα δήθεν «προοδευτικά» μαλάκια ζητάνε την κατάργηση των εξετάσεων, για να μην υποφέρουν από «ψυχολογικά προβλήματα» τα «παιδιά»! Άρα οι εκατοντάδες χιλιάδες νέοι από τις Ινδίες, το Πακιστάν, τη Ροδεσία, τη Νιγηρία, το Μπανγκλαντές, τις ΗΠΑ, τη Γερμανία, την Ιταλία, τη Γαλλία, τη Ρωσία, την Ελλάδα, την Κίνα, τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία που ξενυχτάνε μελετώντας και κερδίζουν τη θέση τους στα μεγάλα βιομηχανικά και ερευνητικά κέντρα πάσχουν από... ψυχολογικά προβλήματα!

 

Τεχνολογική παιδεία: στον πάτο του βαρελιού

«Ιούνιος. Γράψε για τα παλιά Ακρόπολις», είπε ένας συνάδελφος. Ποιος, όμως, ενδιαφέρεται για τους παλιούς μαραθωνίους, τους αγώνες ταχύτητας στους δημόσιους δρόμους, τα Targa Florio και τα Mille Miglia; Τι λέει σε ένα 15άρη η ευλαβική σιωπή που σκέπαζε τα σικελικά βουνά, καθώς μισό εκατομμύριο άνθρωποι, από την Ιταλία και την Ευρώπη, περίμεναν να φανεί το πρώτο αυτοκίνητο για να βεβαιωθούν αν είναι Alfa Romeo, Porsche ή Ferrari; Τίποτα! Γιατί; Διότι όσοι γονείς τρέμουν για την υγεία του κανακάρη τους φρόντισαν να κάνουν τα παιδιά τους να μισήσουν την τεχνολογία. Μάταια προσπαθώ να ανακαλύψω έναν πιτσιρικά που να φτιάχνει μοντέλα αεροπλάνων ή πλοίων, να χειρίζεται εργαλεία, να ξέρει να καρφώσει μια... πρόκα! Τα περισσότερα παιδιά, ιδιαίτερα εκείνα που μεγαλώνουν σε διαμερίσματα, δεν ξέρουν τι θα πει «κατσαβίδι» και δεν είναι ικανά να κάνουν διάκριση μεταξύ ενός εκκεντροφόρου και ενός διαφορικού. Και πώς να το κάνουν τα έρημα, αφού δεν είναι σε θέση να ξεχωρίσουν τα άλογα από τα μουλάρια και τις κότες από τις πάπιες! Ακριβώς επειδή η τεχνική και τεχνολογική παιδεία στην Ελλάδα έχουν πιάσει πάτο, οι «εραστές» της τεχνολογίας, οι δημοσιογράφοι σαν τον υπογράφοντα και ένας, δύο ακόμα που επιμένουν ρομαντικά έχασαν τη διάθεση να ψάξουν, να παρουσιάσουν, να εξηγήσουν.

Παρά την έλλειψη ενδιαφέροντος, τα σοβαρά ειδικά περιοδικά εξακολουθούν να παρουσιάζουν τα επιτεύγματα της τεχνολογίας. Από το 1970 μέχρι σήμερα, οι 4ΤΡΟΧΟΙ πρέπει να έχουν αφιερώσει δεκάδες χιλιάδες σελίδες για να παρουσιάσουν/περιγράψουν τα πάντα, από τα πρώτα δισκόφρενα και ελεγχόμενα διαφορικά μέχρι τα ηλεκτρονικά συστήματα ελέγχου λειτουργίας κινητήρων ή πρόσφυσης. Και ενώ πριν από δέκα, δεκαπέντε χρόνια οι δημοσιογράφοι που έβγαζαν τα μάτια τους για να τα γράψουν αισθάνονταν το ενδιαφέρον των αναγνωστών να διαπερνά ακόμα και τους... τοίχους, τον τελευταίο καιρό μπορεί να είναι και αποδέκτες ειρωνικών σχολίων. «Σιγά τα αυγά», είπε ένας 16άρης, όταν προσπάθησα να του περιγράψω την ποίηση που κρύβεται πίσω από τη σχεδίαση ενός αυτοκινήτου που λαμβάνει μέρος στους αγώνες ταχύτητας. Πώς να μιλήσεις για θέματα όπως η μορφική οπισθέλκουσα, το φαινόμενο Μπερνούιγ, η αεροδυναμική αντίσταση, η δύναμη που επιβάλλουν οι «πτέρυγες», η συμπεριφορά του οριακού στρώματος και δεκάδες άλλα που εμφανίζονται σε ένα σχήμα όπως είναι ένα αυτοκίνητο αγώνων; Όσες φορές το επιχείρησα, οι πιτσιρικάδες έστρεψαν την προσοχή τους στους νεάτερνταλ της «Φάρμας».

Και καλά με τ’ αυτοκίνητα. Εκεί κάτι γίνεται, αφού το 90% των παιδιών ξεχωρίζει τα Fiat από τα Hyundai και τα Ford από τα Opel. Όλοι έχουμε ακούσει μπαμπάδες να δηλώνουν περήφανοι ότι το παιδί τους «ξέρει απ’ έξω τις μάρκες». Το κακό είναι πως, και ως μαντράχαλος, πάλι «μάρκες» αναγνωρίζει.

Και βέβαια, υπάρχουν νέοι που φλέγονται για μάθηση. Οι περισσότεροι, όμως, φεύγουν. Πάνε στις ΗΠΑ, στην Αγγλία και τη Γερμανία, όπου προσλαμβάνονται (αμέσως) από τους κολοσσούς της αυτοκινητιστικής και αεροπορικής βιομηχανίας. Όσοι μένουν (και έχουν την τρέλα) γίνονται δημόσιοι υπάλληλοι για να επιβιώσουν.

Θέλετε ένα -πρόσφατο- παράδειγμα; Το έγραψα (διακριτικά) σε προηγούμενο «Εν Λευκώ» και αφορά τις δεσμεύσεις του πρώην υπουργού Παιδείας (και φίλου) για οικονομική ενίσχυση των ομάδων των μαθητών, σπουδαστών και φοιτητών που θα λάμβαναν μέρος στον αγώνα ηλιακών αυτοκινήτων ΦΑΕΘΩΝ 2004. Ούτε μία δραχμή δε διατέθηκε παρά τις υποσχέσεις που δόθηκαν στη συνέντευξη Τύπου στο Ζάππειο.

 

Σαν όνειρο!

Και εκεί που πίστευα ότι θα τελειώσω τη ζωή μου στην... αφάνεια, χτυπάει το τηλέφωνο. Mια φωνή μού λέει ότι ο αγώνας των ηλιακών αυτοκινήτων, το ΦΑΕΘΩΝ 2004, εκτός από το ενδιαφέρον του πρωθυπουργού (που δήλωσε ότι θα στηρίξει την πρότασή μου για έναν αγώνα διθέσιων οχημάτων από την Ολυμπία στην εκάστοτε Ολυμπιακή πόλη, αρχίζοντας από το Πεκίνο το 2008), κίνησε το ενδιαφέρον και του γενικού γραμματέα της Βουλής, Γιώργου Καραμπατζού, ο οποίος ζήτησε να με δει για περισσότερες λεπτομέρειες!

Μη μπορώντας να πιστέψω στ’ αυτιά μου, πήγα στο ραντεβού και με κάθε δυνατή λεπτομέρεια παρουσίασα την ιδέα και ζήτησα τη βοήθειά του. Η ανταπόκριση ήταν άμεση! Ο γραμματέας με συνέστησε στην Πρόεδρο της Βουλής, κυρία Άννα Ψαρούδα-Μπενάκη, στην οποία επίσης εξήγησα τους σκοπούς του αγώνα. Δε χρειάστηκε πολύ για να πεισθεί για τη σημασία του, ενώ μου ανακοίνωσε ότι η Βουλή θα απονείμει έπαθλο 10.000 ευρώ στο Τμήμα της Πολυτεχνειακής ή Πανεπιστημιακής Σχολής, στο πρώτο ελληνικό πλήρωμα, και ότι αμέσως μετά τον αγώνα θα ξεκινήσει η οργάνωση του επομένου, που θα γίνει το 2005. Την ίδια υπόσχεση έχω πάρει από το συνάδελφο πρώτα και κυβερνητικό εκπρόσωπο και υπουργό Επικρατείας μετά, Θεόδωρο Ρουσόπουλο. Να, λοιπόν, που για μια ακόμα φορά κάποιοι άκουσαν τη «φωνή» των 4Τ και βοηθούν ώστε να πραγματοποιηθεί ένα όνειρο.

Αν όλα πάνε καλά, το 2005 θα έχουμε στο ΦAEΘΩN τριάντα, σαράντα συμμετοχές απ’ όλο τον κόσμο, και την Ελλάδα, και το 2008, το μεγαλύτερο αθλητικό γεγονός στην ιστορία της χώρας, μεγαλύτερο ίσως και από τους Ολυμπιακούς, τον αγώνα από την Ολυμπία στο Πεκίνο. Γιατί μεγαλύτερο; Για τον απλό λόγο ότι ο αγώνας θα καταστήσει τη χώρα μας κέντρο έρευνας για τις ήπιες μορφές ενέργειας στις οδικές μεταφορές, αφού τα σχεδιασμένα και κατασκευασμένα από φοιτητές μηχανικούς οχήματα θα χρησιμοποιούν για την κίνησή τους την ηλιακή και ηλεκτρική ενέργεια, το υδρογόνο, τις κυψέλες καυσίμου, τον... πεπιεσμένο αέρα ή όποιο υλικό επιλέξουν οι νέοι σπουδαστές που θα λάβουν μέρος. Και αν α υ τ ό δεν είναι παράδειγμα για τη νέα (και την παλιά!) γενιά, τότε δεν ξέρω τι είναι.

Σε άλλες σελίδες, θα βρείτε τα πάντα για το ΦΑΕΘΩΝ 2004, και, βέβαια, στο επόμενο τεύχος.

Τι έχουμε, λοιπόν; Έναν ή περισσότερους εκπροσώπους της εποχής του Σεντ-Εξιπερί που γράφουν σε περιοδικά σαν τους 4Τ ή την ΠΤΗΣΗ και ελπίζουν ότι κάποια μέρα ο λόγος τους θα εισακουστεί. Ως μέγας ιερέας της εποχής των «ιπποτών» του Nurburgring και του Targa Florio, των Rally Ακρόπολις της δεκαετίας του ’60 και των αγώνων ταχύτητας στους δρόμους της Ρόδου και της Κέρκυρας -αισθάνομαι τιμή που είμαι ο πνευματικός πατέρας αυτών των αγώνων-, έχω έντονη τάση προς έμετο, όταν τις νύχτες συναντάω τσογλάνια να κάνουν σφήνες, ή αυτό που οι αστυνομικοί αποκαλούν «αυτοσχέδιους αγώνες», και εγώ επίδειξη ανικανοποίητων σεξουαλικών ονείρων. Αυτός είναι ο λόγος που η θεματολογία του «Εν Λευκώ» και (λιγότερο) του «Αντιλόγου» περιορίζεται σε γενικά αντί σε ειδικά θέματα και που σε αυτό το «Εν Λευκώ» δε γράφω τις εντυπώσεις μου από την οδήγηση της νέας Cadillac (δε λέω πόσο «ανέβηκα» τις ημέρες που την είχα στη διάθεσή μου!), αλλά και το πώς «μου φάνηκε» η SLK.

Το προηγούμενο οδηγεί σε ένα ερώτημα που δεν ενδιαφέρει κανέναν -ούτε καν... εμένα-, συγκεκριμένα στο τι αυτοκίνητο θα έπαιρνα αν, κάποια στιγμή, αποφάσιζα να αποκτήσω δικό μου. Kαι όταν λέω «δικό μου», εννοώ ένα όχημα στο οποίο θα έχω τα χαρτιά, τα γυαλιά, τους φορτιστές και, γενικά, όλα τα αντικείμενα που κουβαλάει ο καθένας μας. Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια κυκλοφορώ με τα αυτοκίνητα που έχουμε για δοκιμή στο περιοδικό. Η... άσκηση έχει «πλάκα», καθώς, μέρα παρά μέρα, φεύγω από το γραφείο με ένα διαφορετικό όχημα, ακριβώς επειδή θέλω να παρακολουθώ, μέχρι τη δύση της επαγγελματικής μου ζωής, τις εξελίξεις στο χώρο που μου έδωσε ζωή όλα αυτά τα χρόνια. Με ενδιαφέρει η οδική συμπεριφορά και η ποιότητα κατασκευής του καθενός από τα αυτοκίνητα που δοκιμάζουμε, και αυτό απαγορεύει την κατοχή «γιωταχί». Η Integrale δεν μπορεί να θεωρηθεί (πλέον) ιδιωτικό αυτοκίνητο, μια και ακόμα και ένας παλιός «ιππότης» τα βρίσκει σκούρα όταν την οδηγεί. Το κάθισμα είναι στενό, το κιβώτιο, ασαφές, τα πεντάλ κοντά το ένα στο άλλο - για να μην αναφερθώ στην κατανάλωση. Ο δείκτης βενζίνης κινείται προς τα αριστερά με την ίδια ταχύτητα που το στροφόμετρο και το ταχύμετρο κινούνται προς τα δεξιά!

Και καλά αν πεις «ας πάει και το παλιάμπελο», «μια ζωή την έχουμε» και διάφορα νεοελληνικά. Τότε μπορεί να δεχτείς να καταναλώνεις 18 λίτρα στα 100 χλμ. Τι γίνεται όμως, όταν οδηγείς ένα Subaru που έχει περισσότερη ισχύ και καταναλώνει τα 2/3 απ’ ό,τι η Lancia; Τα ηλεκτρονικά συστήματα διαχείρισης κινητήρων έχουν κάνει το θαύμα τους, και έτσι μπορούμε να απολαμβάνουμε το «τράβηγμα» (και την ασφάλεια) που προσφέρουν 2λιτροι κινητήρες 200-240 ίππων χωρίς να γίνουμε συνεταίροι στα διυλιστήρια.

Από τη μια, λοιπόν, δεν έχω δικό μου αυτοκίνητο και, από την άλλη, έχω την τύχη να οδηγώ όλα (σχεδόν) τα αυτοκίνητα του κόσμου! Αν και ωραίο, πού και πού ξεφεύγει απ’ τον έλεγχο, όπως, για παράδειγμα, όταν αφήνω το αυτοκίνητο σε parking και επιστρέφω να το πάρω. «Τι αυτοκίνητο έχετε;» ρωτάει ο υπάλληλος. Η απάντησή μου είναι κάπως έτσι: «...£$%&/??##??» ή, με άλλα λόγια, δε θυμάμαι, αλλά ντρέπομαι να το πω, γιατί ο άνθρωπος θα νομίσει ότι τον σνομπάρω! Και πράγματι, δεν είναι λίγες οι φορές που... ξεχνάω τι αυτοκίνητο οδηγώ, αφού, όπως είπα, κάθε μέρα οδηγώ διαφορετικό. Και αυτό, όμως, έχει την «πλάκα του», γιατί βάζω όπισθεν αντί για πρώτη, σβήνω τα φώτα αντί να τα ανάψω, ψάχνω για το κουμπί που ρυθμίζει τους καθρέφτες και απενεργοποιώ το ABS και λοιπά μη σοβαρά.

Τα προηγούμενα μπορεί να συμβούν και με συνηθισμένα αυτοκίνητα, όχι, όμως, όταν κάθεσαι πίσω από το τιμόνι μιας Cadillac. Έτσι ήρθαν τα πράγματα, και η ζωή μας γελά τόσο, μα τόσο ευτυχισμένα στην Ελλάδα, ώστε έφτασε η στιγμή να αγοράζουμε και να οδηγούμε τον αμερικανικό θρύλο. Όχι, βέβαια, εκείνη των αμερικανικών road movies, αλλά της εποχής της παγκοσμιοποίησης, που σημαίνει ότι η CTS «φοράει» τον κινητήρα του Opel Vectra GTS ή, για να ακριβολογώ, το Vectra φοράει τον 3.2V6 της Cadillac, δηλαδή της General Motors. Kαλύτερα να ρίξετε μια ματιά στον προηγούμενο «Αντίλογο», όπου παρέθεσα λίγα στοιχεία για το μελέ της χρήσης των κινητήρων από τις θυγατρικές των διεθνικών. Κάθισα, λοιπόν, πίσω απ’ το τιμόνι και ξεκίνησα για το σπίτι. Aισθανόμουν σαν τον πατέρα του φίλου μου του Τέρι, που έχει ζήσει τη μισή του ζωή στο Παρίσι και οδηγεί επίσης... Cadillac! Τι σημαίνει αυτό; Απλά ότι, παρά τις... ειλικρινείς μου προσπάθειες, δεν κατάφερα να του μοιάσω (του πατέρα), που σημαίνει ότι αυτού του είδους τα οχήματα δεν κάνουν για το γράφοντα, παρότι έχουν την κίνηση πίσω. Ίσως, αν ζούσα στην Αλαμπάμα, πήγαινα με 55 (μίλια) και με κυνηγούσαν όλοι οι μπάτσοι της πολιτείας, να αγόραζα ένα τέτοιο όχημα, αλλά για την Ελλάδα βλέπω να κάνει μόνο για αντιπροσώπους οπλικών συστημάτων, «νεόδμητους» εκδότες και ιδιοκτήτες νυχτερινών κέντρων. Χίλιες φορές ένα Opel Vectra GTS λοιπόν, που έχει και ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά στο δρόμο.

Δύο μέρες αργότερα, επέστρεψα στα πάτρια εδάφη, οδηγώντας για μια ακόμα φορά την πανέμορφη (αισθητικά) 2λιτρη Alfa Romeo GT των (κατά δήλωση της εταιρείας) 165 ίππων. Πρέπει να πω ότι μάλλον κάτι κάνει το Gruppo με τον κινητήρα και τις αποδόσεις, γιατί η αισθητική δε συμβαδίζει με αυτές. Η συγκεκριμένη GT είναι «θαμπή», κάτι που, προφανώς, γνωρίζουν οι «ινδιάνοι» με τα φτιαγμένα Punto και διαγράφουν κύκλους γύρω απ’ τ’ αυτοκίνητο. Όπως ίσως θυμούνται οι Αλφίστι, ο συγκεκριμένος κινητήρας πρωτοφορέθηκε από την 156. Aπό την αρχή μάς φάνηκε υποτονικός και στο δυναμόμετρο έβγαλε περίπου 140 ίππους στον τροχό, ενώ και στις μετρήσεις βρέθηκε πίσω από την εργοστασιακή τιμή στην επιτάχυνση 0-100 χλμ., πετυχαίνοντας 9,2 δλ., τιμή που υπολείπεται της αντίστοιχης με τον παλαιότερο 2λιτρο Twin Spark. Το θέμα μάς απασχόλησε τόσο, ώστε να πάμε στο κέντρο εξέλιξης κινητήρων της Alfa Romeo στην Iταλία.

Tο συμπέρασμα ήταν πως ο κινητήρας είναι ευαίσθητος στην ποιότητα καυσίμου και, για να λειτουργήσει, πρέπει να καίει τις νέες βενζίνες των 100 oκτανίων. Oι Iταλοί παραδέχτηκαν, εμμέσως πλην σαφώς, πως πράγματι υπάρχει πρόβλημα απόδοσης και άλλαξαν το πρόγραμμα. Το αποτέλεσμα ήταν το αυτοκίνητο να κάνει 0-100 σε 8,8 δλ., τιμή που ανταποκρίνεται στις ανακοινώσεις του κατασκευαστή, αλλά όχι σ’ αυτό που περίμενα εγώ από μια Alfa. Όπως μαθαίνω, από στιγμή σε στιγμή, φθάνει (αν δεν έχει ήδη φθάσει) η GT με τον «καλό» κινητήρα TS των 1.800 κ.εκ. και 140 ίππων, και βέβαια, το ακόμα καλύτερο, με τον 3.2 V6 των 250 ίππων._ K. K. (pilot@technicalpress.gr)

      'Αλλα 'Αρθρα

 
     
  Σχεδίαση, Φιλοξενία: Τεχνόπολις Α.Ε. - © 2006-2008 Powered by